Έχει πλάκα να κάνεις κάτι που δεν μπορεί να γίνει.
Η οικονομική θεωρία του Αριστοτέλη.
Ο Αριστοτέλης είναι από τους πρώτους που κάνει διάκριση της οικονομικής αξίας σε δύο μέρη : 1. Αξία της χρήσης (χρηστική αξία) και 2. Ανταλλακτική αξία. Τι σημαίνει όμως αυτή η διάκριση που κάνει ο Αριστοτέλης; Από το 1 και το 2 φαίνεται να καταλήγει ότι το κάθε πράγμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με δύο διαφορετικούς τρόπους. Και οι δύο τρόποι αφορούν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Για παράδειγμα το παπούτσι μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε με δυο διαφορετικούς τρόπους. Ο πρώτος είναι να το χρησιμοποιήσουμε για αυτό που έχει φτιαχτεί δηλαδή να το φοράμε και να μας προστατεύει, αυτή είναι η αξία της χρήσης. Μπορούμε όμως να το χρησιμοποιήσουμε ως αντάλλαγμα ώστε να πάρουμε χρήματα η τροφή, αυτή είναι η ανταλλακτική αξία που έχει. Βέβαια όταν το ανταλλάσουμε είναι σαν να μην το χρησιμοποιούμε για τον λόγο που έχει φτιαχτεί. (πολ 1,1257α6-13). Η αξία της χρήσης θα μπορούσαμε να πούμε ότι τονίζει τις φυσικές ιδιότητες των πραγμάτων δηλαδή ένα παπούτσι φτιάχτηκε για να το φοράμε και να μας προστατεύει αυτό σημαίνει ότι έχει αξία κατά την χρήση του. Στην ανταλλακτική αξία όμως δημιουργούνται πολλά προβλήματα και ερωτήματα που ο Αριστοτέλης προσπαθεί να δώσει απαντήσεις. Τα ερωτήματα δημιουργούνται για τον λόγο ότι η ανταλλακτική αξία δεν είναι τόσο ευθύγραμμη. Την ανταλλακτική αξία μπορούμε να την καταλάβουμε στο παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης και σε αυτό το παράδειγμα κατανοούμε και την ανισορροπία που δημιουργείται σε αυτού του είδους αξίας. Το παράδειγμα λοιπόν είναι το εξής : 5μναι = 1 σπίτι = 5 κρεβάτια = τόση τροφή = τόσα παπούτσια. Εδώ, λοιπόν, εντοπίζουμε μια ασσυμετρία. Κατά πόσο αυτά είναι ίσα μεταξύ τους ; Με ποία κριτήρια ; Γιατί γνωρίζουμε ότι για να είναι δυο πράγματα ίσα πρέπει να είναι ταυτόχρονα και σύμμετρα. Το πρόβλημα της συμμετρίας είναι από τα δυσκολότερα εμπόδια που έχει συναντήσει ο Αριστοτέλης. Οι απόψεις των μελετητών για το ποια τελικά είναι η λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι πολλές και πολύ διαφορετικές μεταξύ τους. Το να καταφέρει κανείς να κάνει τόσο διαφορετικά προϊόντα να γίνουν σύμμετρα είναι πολύ δύσκολο ως και απίθανο αλλά παρόλα αυτά θα πρέπει να βρεθεί μια λύση για πρακτικούς λόγους. Άλλωστε και σύμφωνα με την θεωρία της ουσίας του Αριστοτέλη, το κάθε πράγμα έχει ένα διαφορετικό σκοπό και μια διαφορετική φύση από τα άλλα πράγματα και αυτό αποδεικνύει την διαφορετικότητα ανάμεσα τους. Ίσως ο μεγάλος φιλόσοφος αυτό που αναζητούσε να βρει ήταν πως τα προϊόντα μπορούν να αντιμετωπιστούν ως σύμμετρα και όχι αν είναι σύμμετρα με την αυστηρή. Απόλυτη συμμετρία σαφώς και είναι δύσκολο να επιτευχθεί αλλά αυτό που προσπαθεί να κάνει ο Αριστοτέλης είναι να εντοπίσει, κυρίως για πρακτικούς λόγους, τον πιο δίκαιο τρόπο ανταλλαγής. Αυτό λοιπόν που έχουμε να κάνουμε εμείς είναι να ανακαλύψουμε την ιδιότητα που είναι κοινή σε όλα και βάση της οποίας θα είναι σύμμετρα και θα εξισώνονται. Ποια είναι όμως αυτή η ιδιότητα που μπορεί να είναι ταυτόχρονα κοινή και να γεννά την συμμετρία ανάμεσα στα αγαθά ; σε μια πρώτη του σκέψη στα Ηθικά Νικομάχεια αναφέρει τα εξής ότι « για αυτό επινοήθηκε το χρήμα.. και αυτό μετρά τα πάντα… για παράδειγμα πόσα παπούτσια ισούνται με ένα σπίτι ή με δεδομένη ποσότητα τροφής» ( 1133b 14-15). Ενώ και λίγο παρακάτω αναφέρει ότι το χρήμα έχει την δυνατότητα να κάνει τα αγαθά σύμμετρα και είναι ανάγκη όλα να μετρούνται με χρήμα. Παρότι φαίνεται σε ένα αρχικό στάδιο να υποστηρίζεται αυτή η ιδέα του χρήματος από τον σταγειρίτη φιλόσοφο στο τέλος την εγκαταλείπει. Δικαιολογημένα ο Αριστοτέλης εγκαταλείπει την ιδέα του χρήματος ; Η επινόηση του χρήματος ως ένα εμπόρευμα όπως για παράδειγμα χρυσός δεν μπορεί να δημιουργήσει συμμετρία. Έτσι για παράδειγμα γιατί ένα 1 κρεβάτι να ισούται με χ ποσότητα χρυσού και όχι με χ ποσότητα αργυρού ; Από αυτό, λοιπόν, δεν προκύπτει να υπάρχει κάποια λογική συμμετρία αν και το χρήμα κυριαρχεί στις ημέρες μας. Το χρήμα μοιάζει να μην είναι δίκαιο και ηθικό μέτρο συμμετρίας. Αλλά αν δεν είναι το χρήμα τότε τι είναι ;
Η συνέχεια στο επόμενο άρθρο..
Του
Δημήτρη Γ. Καραθανάση
Φοιτητή Φιλοσοφικής Σχολής
Πανεπιστημίου Ιωαννίνων